- παριστάνω
- βλ. παρασταίνω.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
παριστάνω — παριστάνω, παρέστησα και παράστησα βλ. πίν. 104 και πρβλ. παρασταίνω Σημειώσεις: (παριστάνω) παρασταίνω : πολύ λιγότερο εύχρηστος τύπος από το παριστάνω … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
παριστάνω — pres subj act 1st sg παριστάνω pres ind act 1st sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… … Dictionary of Greek
παριστάνῃ — παριστάνω pres subj mp 2nd sg παριστάνω pres ind mp 2nd sg παριστάνω pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνει — παριστάνω pres ind mp 2nd sg παριστάνω pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνοντα — παριστάνω pres part act neut nom/voc/acc pl παριστάνω pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνουσι — παριστάνω pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) παριστάνω pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παριστάνουσιν — παριστάνω pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric ionic) παριστάνω pres ind act 3rd pl (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
δειλοσοφίζω — παριστάνω τον σοφό. [ΕΤΥΜΟΛ. < δειλά + σοφίζω] … Dictionary of Greek
παριστανόμενος — παριστάνω pres part mp masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)